Ελευθερία Μπερνιδάκη-Άλντους



Ειδική Αγωγή

Μπερνιδάκη-Άλντους » Ειδική Αγωγή


Συνεδρίαση της 22ας Φεβρουαρίου 2006.
Εισήγηση κας Ελευθερία Μπερνιδάκη με θέμα
"Εκπαίδευση - Ειδική Αγωγή".


Α. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Στην επίλυση πολλών από τα προβλήµατα, που αντιµετωπίζουν οι µαθητές, µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, αποσκοπεί η εισήγηση µου.
Είναι γνωστό ότι οι ανάπηροι συµπολίτες µας είναι µια οµάδα µε ιδιαίτερες ανάγκες, η οποία αποτελεί ένα µεγάλο κοµµάτι της ελληνικής κοινωνίας. Σήµερα, τα άτοµα µε αναπηρία υπολογίζονται πάνω από το 10% του ελληνικού πληθυσµού, χωρίς να συνυπολογίζονται τα µέλη των οικογενειών τους.
Στη χώρα µας, οι πολίτες µε αναπηρία αντιµετωπίζονται, συχνά, ως ασθενείς και άτοµα, που χρειάζονται ελεηµοσύνη. Βασική αιτία για τη δηµιουργία αυτών των στερεότυπων και των αρνητικών προκαταλήψεων, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι η ελλιπής ενηµέρωση και εκπαίδευση του πολίτη, σχετικά µε τα αναπηρικά θέµατα και µε τις ιδιαίτερες ανάγκες των ατόµων µε αναπηρία.
Είναι γεγονός ότι, περισσότερο και από την πιο βάναυση αναπηρία, πληγώνει η συµπεριφορά των άλλων προς τον συνάνθρωπο µε αναπηρία. Η άγνοια γεννά φόβο και προκατάληψη, ενώ η σωστή ενηµέρωση για την πραγµατική κατάσταση της διαφορετικότητας, ιδιαίτερα µέσω της εκπαιδευτικής διαδικασίας, µπορεί να ενισχύσει ένα πολιτισµό αποδοχής για τις ιδιαίτερες ανάγκες αυτής της ευπαθούς κοινωνικής οµάδος.
Πολλές προτάσεις έχουν συζητηθεί στην Επιτροπή µας, απόσταγµα των ιδεών των µελών της Επιτροπής και των φιλοξενουµένων µας και πολλές απ’ αυτές συµπεριλαµβάνονται στα συµπεράσµατα αυτής της εισήγησης.
Θεωρώ, όµως, ιδιαίτερα σηµαντική την πρόταση, που αφορά στη διαπαιδαγώγηση των εκπαιδευτικών και των µαθητών (µε ή χωρίς αναπηρία), οι οποίοι συµµετέχουν σε µια προσπάθεια συνεκπαίδευσης, που στόχο έχει την πραγµατική ένταξη των µαθητών µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
Η εισαγωγή ειδικού µαθήµατος στην πρωτοβάθµια και δευτεροβάθµια εκπαίδευση, µε αντικείµενο τις ιδιαίτερες ανάγκες των πολιτών µε αναπηρία, πρέπει να παίξει πρωταρχικό ρόλο.
Μια τέτοια προσπάθεια είναι σύµφωνη µε τις πολιτικές και οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εντάσσεται στα πλαίσια της καθιέρωσης του έτους 2005 ως «Ευρωπαϊκού Έτους ∆ιαµόρφωσης Ενεργών Πολιτών µέσω της Εκπαίδευσης», καθώς και του Ευρωπαϊκού Προγράµµατος «Παιδεία της ∆ηµοκρατίας» (Education for Democratic Citizenship).
Αποτελεί υποχρέωση της πολιτείας, οι σηµερινοί µαθητές, ως µελλοντικοί ενεργοί πολίτες της χώρας µας, µέσω της εκπαίδευσης και της σωστής ενηµέρωσης, να ενστερνισθούν τις αρχές της ισότητας, της συµµετοχής στα κοινά, της ανεκτικότητας, του σεβασµού του άλλου και της αναγνώρισης της διαφορετικότητας.
Η ευαισθητοποίηση της µαθητικής κοινότητας, µέσω της εκπαιδευτικής διαδικασίας, µπορεί να συµβάλει καθοριστικά στη διαµόρφωση ενός πολιτισµού αποδοχής, στο πλαίσιο του οποίου, οι πολίτες µε αναπηρία θα αντιµετωπίζονται ως ισότιµοι πολίτες.
Είναι καιρός να περάσει η πατρίδα µας σε µια νέα εποχή δικαιωµάτων, µε αξιοπρέπεια για όλους τους πολίτες.
Με κατάλληλα προγράµµατα συµβουλευτικής και άλλων παρεµβάσεων µπορεί να αρθούν οι διακρίσεις και να επιτευχθεί το µεγάλο ζητούµενο, που είναι η πραγµατική ένταξη, πρώτα στο σχολειό και κατόπιν στην κοινωνία.
Μια τέτοια θεώρηση βοηθά στην ουσιαστική συνεκπαίδευση των µαθητών µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και των συµµαθητών τους. Μια ευνοµούµενη και σώφρων πολιτεία έχει την υποχρέωση να εκπαιδεύσει τους πολίτες της να αποκτήσουν συνείδηση ότι ο λιγότερο τυχερός συνάνθρωπος έχει ίσα δικαιώµατα και πρέπει να έχει πρόσβαση σε ίσες ευκαιρίες, προπαντός στην εκπαίδευση. Η επιτοµή του αρχαίου ελληνικού πολιτισµού είναι η αναγνώριση ότι «η τύχη αλλάζει», η µοίρα είναι κοινή και «το µέλλον αβέβαιον». Το «αγαπάτε αλλήλους» πρέπει να µετουσιωθεί σε κατανόηση και συµπαράσταση για το συνάνθρωπο µας. Τα τελευταία χρόνια, η σύγχρονη εκπαιδευτική πολιτική σε θέµατα ειδικής αγωγής µετουσιώνεται στην προσπάθεια ενσωµάτωσης των µαθητών, µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, στον κύριο κορµό της εκπαίδευσης. O θεσµός της συνεκπαίδευσης αποτελεί πλέον τον βασικό άξονα πολιτικής σε θέµατα ειδικής αγωγής στα κράτη µέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλα και στις αναπτυγµένες χώρες, γενικότερα. Παρά το γεγονός ότι το πολύτιµο αγαθό της παιδείας αποτελεί τη βάση και το σηµαντικότερο εφόδιο κάθε ανθρώπου, τόσο για την επαγγελµατική του σταδιοδροµία, όσο και για την πνευµατική του καλλιέργεια, παρατηρείται ότι οι µαθητές µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες έχουν περιορισµένη πρόσβαση στην εκπαίδευση. Στη χώρα µας δεν έχει καταγραφεί, επισήµως, ο ακριβής αριθµός των παιδιών µε ειδικές µαθησιακές δυσκολίες, υπολογίζεται, όµως, περίπου στις 180.000-200.000, εκ των οποίων φοιτούν στην ειδική αγωγή 19.038 µαθητές, σύµφωνα µε τη ∆ιεύθυνση Ειδικής Αγωγής του Υπουργείου Παιδείας. Οι µαθητές, µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, φοιτούν σε 2.787 τµήµατα ειδικής αγωγής, στα οποία υπηρετούν 1.354 εκπαιδευτικοί σε οργανικές θέσεις (ΥΠ.Ε.Π.Θ. Ιούνιος 2005). Στην Ελλάδα, σύµφωνα µε το νόµο 2817/2000, η ειδική αγωγή αποτελεί µέρος της γενικής εκπαίδευσης και προγράµµατα της εφαρµόζονται σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθµίδες, σε άτοµα µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, από την ηλικία των 4 ετών έως την ηλικία των 22 ετών. Στόχος είναι οι µαθητές, που έχουν ανάγκη ειδικής αγωγής, να έχουν κατάλληλη εκπαίδευση και επαγγελµατική κατάρτιση. Στο πλαίσιο της Πρωτοβάθµιας και ∆ευτεροβάθµιας εκπαίδευσης, οι µαθητές µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες µπορούν να φοιτούν: α) στη συνήθη σχολική τάξη, µε παράλληλη στήριξη από εκπαιδευτικό ειδικής αγωγής και β) σε ειδικά οργανωµένα και κατάλληλα στελεχωµένα τµήµατα ένταξης, που λειτουργούν µέσα στα σχολεία της γενικής και τεχνικής επαγγελµατικής εκπαίδευσης. Στην περίπτωση που η φοίτηση στα κοινά σχολεία, ή στα τµήµατα ένταξης καθίσταται αδύνατη, τότε η εκπαίδευση των µαθητών µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες παρέχεται: α) σε αυτοτελή σχολεία ειδικής αγωγής, β) σε σχολεία ή τµήµατα που λειτουργούν, είτε ως αυτοτελή, είτε ως παραρτήµατα άλλων σχολείων, σε νοσοκοµεία, ιδρύµατα κτλ. και γ) στο σπίτι, σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Βασικό µοχλό της ειδικής αγωγής στη χώρα µας αποτελούν τα Κέντρα ∆ιάγνωσης και Αξιολόγησης (Κ.∆.Α.Υ.), βάσει του νόµου 2817/2000. Τα συγκεκριµένα κέντρα αναλαµβάνουν, µε τη βοήθεια ειδικού επιστηµονικού και εκπαιδευτικού προσωπικού, την δωρεάν διάγνωση και αξιολόγηση, καθώς και τον σχεδιασµό εξατοµικευµένων εκπαιδευτικών προγραµµάτων, για τους µαθητές µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.

Β. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ – ΑΠΟΨΕΙΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑΤΕΘΗΚΑΝ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Η Υπουργός Παιδείας και Θρησκευµάτων, κυρία Μαριέττα Γιαννάκου επεσήµανε, κατά την παρουσία της στην Επιτροπή, ότι βασική προτεραιότητα του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευµάτων είναι η δηµιουργία οριζόντιας σύνδεσης µεταξύ ειδικών και κοινών σχολείων, καθώς και η ενσωµάτωση των ατόµων µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στα κοινά σχολεία. Η Υπουργός σηµείωσε ότι προωθείται η σύνταξη ενός νέου συνολικού νόµου στα θέµατα ειδικής αγωγής, µε στόχο τον εκσυγχρονισµό του θεσµικού πλαισίου και την κωδικοποίηση των υφιστάµενων ρυθµίσεων, επειδή το υπάρχον νοµοθετικό πλαίσιο παρουσιάζει πολλά προβλήµατα στην εφαρµογή του.

Περαιτέρω, η κυρία Μαριέττα Γιαννάκου έθεσε ως απαραίτητη προτεραιότητα την δηµιουργία µηχανισµών έγκαιρης διάγνωσης των εκπαιδευτικών αναγκών κάθε µαθητή, καθώς και ενηµέρωσης και υποστήριξης των γονέων των µαθητών. Επίσης, χαρακτήρισε, ως ιδιαιτέρως σηµαντικό, το θέµα της πρωτογενούς και δευτερογενούς πρόληψης των µαθησιακών δυσκολιών, τόσο στην προσχολική όσο και στη σχολική ηλικία. Η Υπουργός παρουσίασε ακόµη τις σηµαντικές προσπάθειες του Υπουργείου για την ίδρυση νέων σχολικών µονάδων ειδικής αγωγής, όπως και για την στελέχωση τους µε εκπαιδευτικούς καταρτισµένους σε θέµατα ειδικής αγωγής.

Η Εθνική Συνοµοσπονδία Ατόµων µε Αναπηρία (Ε.Σ.Α.Ε.Α.), µε υπόµνηµα που απέστειλε στην Επιτροπή σχετικά µε την εκπαίδευση των µαθητών µε αναπηρία, χαρακτήρισε το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστηµα ως ένα σύστηµα διακρίσεων και αποκλεισµού, αφού τα άτοµα µε αναπηρία είτε στερούνται του δικαιώµατος τους να εισαχθούν στο εκπαιδευτικό σύστηµα, (όπως τα άτοµα µε βαριές αναπηρίες και πολλαπλές ανάγκες εξάρτησης), είτε αναγκάζονται να το εγκαταλείψουν (π.χ. λόγω έλλειψης προσβασιµότητας), είτε είναι αποδέκτες µιας υποδεέστερης και υποβαθµισµένης εκπαίδευσης, σε σχέση µε τους άλλους µαθητές.

Η Ε.Σ.Α.Ε.Α., µέσω του υποµνήµατος της, έθεσε συγκεκριµένα ζητήµατα που χρήζουν αναθεώρησης στον τοµέα της ειδικής αγωγής, ως ακολούθως:
α) Η µη υποχρεωτικότητα της εκπαίδευσης των ατόµων µε αναπηρία (Ν. 1566/85), σε αντίθεση µε την εκπαίδευση των άλλων παιδιών, αποτελεί βασική άµεση αρνητική διάκριση, αφού η εκπαίδευση των παιδιών µε αναπηρία καθίσταται υποχρεωτική, µε απόφαση Υπουργού Παιδείας, µόνον όταν το κράτος έχει τη δυνατότητα να την παρέχει.
β) Τα άτοµα µε βαριές αναπηρίες και πολλαπλές ανάγκες εξάρτησης αποτελούν µια ιδιαίτερα ευάλωτη κατηγορία ατόµων µε αναπηρία, που στη πλειοψηφία τους παραµένουν εκτός εκπαιδευτικού συστήµατος, σε πλήρη παραβίαση του Ν.2817/2000. γ) Τα άτοµα µε αναπηρία συµµετέχουν στην πρωτοβάθµια, δευτεροβάθµια και τριτοβάθµια γενική και τεχνική εκπαίδευση, χωρίς καµία υποστήριξη, όπως παροχή τεχνολογικών βοηθηµάτων, διασφάλιση της ψηφιακής προσβασιµότητας, προσαρµοσµένο εκπαιδευτικό υλικό στην κατηγορία της αναπηρίας τους (π.χ. σε µορφή Braille για τους τυφλούς µαθητές), κλπ.
δ) Παρατηρείται έλλειψη κτιριακής προσβασιµότητας στα σχολικά κτίρια γενικής και τεχνικής εκπαίδευσης, καθώς και ακαταλληλότητα των κτιρίων, όπου στεγάζονται οι Σχολικές Μονάδες Ειδικής Αγωγής.
ε) Στα ειδικά σχολεία, τις ειδικές τάξεις και τα τµήµατα ένταξης παρέχεται χαµηλής ποιότητας εκπαίδευση, δεδοµένου ότι δεν είναι εξοπλισµένα επαρκώς µε την απαιτούµενη υλικοτεχνική υποδοµή, δεν υποστηρίζονται µε τα απαιτούµενα ειδικά αναλυτικά προγράµµατα, και δεν είναι στελεχωµένα, επαρκώς, µε εξειδικευµένο εκπαιδευτικό προσωπικό σε κάθε κατηγορία αναπηρίας.
στ) ∆ιατίθεται ένα πολύ µικρό ποσοστό, τόσο από τον Τακτικό Κρατικό Προϋπολογισµό, όσο και από το Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, παρά το γεγονός ότι τα άτοµα µε αναπηρία αποτελούν το 10% του µαθητικού πληθυσµού της χώρας και η εκπαίδευση τους είναι πιο περίπλοκη, πιο δύσκολη και πιο δαπανηρή.

Κατά την ακρόαση του από την Επιτροπή, ο Πρόεδρος της Οµοσπονδίας Κωφών, κ. Κωνσταντίνος Γαργάλης, τόνισε µεταξύ άλλων, ως σηµαντικά προβλήµατα των µαθητών µε σοβαρά προβλήµατα ακοής τα ακόλουθα:
α) Την απουσία κατάλληλης επιµόρφωσης και κατάρτισης των εκπαιδευτικών και του εκπαιδευτικού βοηθητικού προσωπικού, σχετικά µε τις ιδιαίτερες ανάγκες των κωφών µαθητών, καθώς και την έλλειψη γνώσης της νοηµατικής γλώσσας από τους εκπαιδευτικούς.
β) Την ανυπαρξία επίσηµου φορέα πιστοποίησης της επάρκειας γνώσης της νοηµατικής γλώσσας, µε αποτέλεσµα να παραµένει ανεφάρµοστη η ρύθµιση του νόµου 2817/2000, η οποία προβλέπει ότι οι εκπαιδευτικοί, που τοποθετούνται σε σχολικές µονάδες ειδικής αγωγής, στις οποίες φοιτούν κωφοί µαθητές, είναι απαραίτητο να γνωρίζουν τη νοηµατική γλώσσα.

Ο Πρόεδρος της Εθνικής Οµοσπονδίας Κινητικά Αναπήρων (Ε.Ο.Κ.Α.), κ. Εµµανουήλ Γιανναδάκης, έθεσε υπ’ όψιν της Επιτροπής το θέµα της ανεπάρκειας υποδοµών προσβασιµότητας στην πλειοψηφία των σχολείων και την έλλειψη προσβάσιµων σχολικών µεταφορικών µέσων για τους µαθητές µε κινητικές αναπηρίες. Ο Πρόεδρος του Πανελλήνιου Συνδέσµου Τυφλών, κ. Ηλίας Μαργιόλας, στην τοποθέτηση του για την ειδική αγωγή, επεσήµανε µεταξύ άλλων τα εξής:
α) Την µη αναγνώριση από την πολιτεία της γραφής Braille, ως επίσηµης γραφής των Ελλήνων τυφλών.
β) Την απουσία εκπαιδευτικής πολιτικής για τους πολυαναπήρους µαθητές.
γ) Την έλλειψη δοµών εκπαίδευσης για µαθητές µε τυφλοκώφωση.

Γ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ -ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

1. Υποχρεωτική Ειδική Αγωγή
Η νοµοθετική εξουσιοδότηση (νόµος 1566/1985 άρθρο 33), που παρέχει στον Υπουργό Παιδείας τη δυνατότητα να αποφασίζει κατά περίπτωση, εάν η ειδική αγωγή είναι υποχρεωτική, δηµιουργεί αρνητική διάκριση έναντι των µαθητών µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Επιπλέον, η νοµοθετική κατοχύρωση ότι η ειδική αγωγή πρέπει να είναι υποχρεωτική κρίνεται επιβεβληµένη στο πλαίσιο της συνταγµατικής επιταγής περί ελάχιστου χρόνου υποχρεωτικής φοίτησης (άρθρο 16 Συντάγµατος). Προτείνεται:
  • Η νοµοθετική κατοχύρωση της υποχρεωτικής φοίτησης των µαθητών µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στις σχολικές δοµές ειδικής αγωγής, καθώς και η κατάργηση της παραγράφου 2 του άρθρου 33 του νόµου 1566/1985.

2. Εκπαιδευτικό και Ειδικό Εκπαιδευτικό Προσωπικό
Στην πλειοψηφία τους, οι εκπαιδευτικοί όλων των βαθµίδων και το ειδικό εκπαιδευτικό και βοηθητικό προσωπικό, δεν έχουν επαρκή επιστηµονική κατάρτιση και επιµόρφωση σε θέµατα ειδικής αγωγής. Προτείνεται:
  • Η δηµιουργία νέων φορέων µετεκπαίδευσης και επιµόρφωσης των εκπαιδευτικών και του ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού, σε θέµατα ειδικής αγωγής.
  • Η σύσταση κλάδων εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, σε όλες τις βαθµίδες της εκπαίδευσης.
  • Ο επαναπροσδιορισµός των προσόντων των εκπαιδευτικών και του ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού, οι οποίοι τοποθετούνται σε σχολικές δοµές ειδικής αγωγής, σε συνάρτηση και µε τα υφιστάµενα παιδαγωγικά τµήµατα ή κατευθύνσεις ειδικής αγωγής των Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι. της χώρας.
  • Η θεσµοθέτηση διαδικασίας αξιολόγησης των δοµών ειδικής αγωγής, µε ιδιαίτερη έµφαση στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, οι οποίοι εργάζονται σε αυτές. Οι συγκεκριµένοι εκπαιδευτικοί, λόγω της ιδιοµορφίας του λειτουργήµατος τους, θα πρέπει να επιβλέπονται και να αξιολογούνται, περισσότερο από τους υπόλοιπους εκπαιδευτικούς.

3. Κέντρα ∆ιάγνωσης, Αξιολόγησης και Υποστήριξης (Κ.∆.Α.Υ.)
Τα Κέντρα ∆ιάγνωσης Αξιολόγησης και Υποστήριξης παρουσιάζουν σηµαντικά προβλήµατα στη λειτουργία τους, καθώς και στην έγκαιρη αξιολόγηση των ενδιαφερόµενων, εξ αιτίας των ελλείψεων τους σε εξειδικευµένο προσωπικό. Προτείνεται:
  • Η περαιτέρω στελέχωση των υπαρχόντων Κ.∆.Α.Υ., µε εξειδικευµένο προσωπικό.
  • Η ενίσχυση του παιδαγωγικού και καθοδηγητικού χαρακτήρα των Κ.∆.Α.Υ., σε θέµατα ειδικής αγωγής, µε παράλληλη αποκέντρωση των αρµοδιοτήτων διάγνωσης των µαθησιακών δυσκολιών σε νέες δοµές διάγνωσης.

4. Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (Π.Ι.)
Το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο είναι ο καθ’ ύλην αρµόδιος θεσµικός φορέας για την επεξεργασία και υποβολή προτάσεων για θέµατα Ειδικής Αγωγής, καθώς και για τη χάραξη κατευθύνσεων για το σχεδιασµό της εκπαιδευτικής πολιτικής, σε θέµατα ειδικής αγωγής. Η ενίσχυση του συµβουλευτικού ρόλου του Τµήµατος Ειδικής Αγωγής του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου θα επιδράσει καθοριστικά στη βελτίωση της ειδικής αγωγής στη χώρα µας. Προτείνεται:
  • Η αναβάθµιση του τµήµατος Ειδικής Αγωγής του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου.
  • Η ενίσχυση της στελέχωσης του Τµήµατος Ειδικής Αγωγής, µε την σύσταση νέων θέσεων παρέδρων και επιστηµονικού προσωπικού, εξειδικευµένου στην ειδική αγωγή.

5. Γραφή Braille - Νοηµατική Γλώσσα
Η µη θεσµική κατοχύρωση της γραφής Braille, ως επίσηµης γραφής των τυφλών, δηµιουργεί αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας και
συνακόλουθα στις δυνατότητες επαγγελµατικής αποκατάστασης των τυφλών. Επίσης, παρατηρείται ότι η χορήγηση πιστοποιητικών επάρκειας της Ελληνικής νοηµατικής γλώσσας και της γραφής Braille πραγµατοποιείται από διάφορους φορείς, που δεν ελέγχονται για την αξιοπιστία τους.
Προτείνεται:
  • Η νοµοθετική αναγνώριση της γραφής Braille, ως επίσηµης γραφής των τυφλών.
  • Η θεσµοθέτηση της χορήγησης κρατικού πιστοποιητικού γλωσσοµάθειας της ελληνικής νοηµατικής γλώσσας και κρατικού πιστοποιητικού γνώσεως της γραφής Braille.
  • Η νοµοθετική κατοχύρωση της γνώσης της ελληνικής νοηµατικής, ως απαραίτητο προσόν διορισµού εκπαιδευτικών σε δοµές ειδικής αγωγής για κωφούς, και της γνώσης της γραφής Braille σε δοµές ειδικής αγωγής για τυφλούς ή αµβλύωπες µαθητές.

6. Προσβασιµότητα -Υποδοµές
Κρίνεται αναγκαία η βελτίωση των υποδοµών προσβασιµότητας στο σύνολο των σχολικών µονάδων ειδικής αγωγής, οι οποίες, στην πλειοψηφία τους, δεν διαθέτουν τις κατάλληλες υποδοµές για τη φιλοξενία και εκπαίδευση µαθητών, µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Προτείνεται:
  • Η θέσπιση συγκεκριµένων προδιαγραφών προσβασιµότητας και η εφαρµογή τους σε όλα τα σχολεία πρωτοβάθµιας και δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης, µε έµφαση στις Σχολικές Μονάδες Ειδικής Αγωγής.
  • Η σύσταση εδικού τµήµατος ελέγχου προδιαγραφών προσβασιµότητας και λειτουργικότητας των σχολικών δοµών Ειδικής Αγωγής στον Οργανισµό Σχολικών Κτιρίων.

7. Ειδικά Σχολεία
Ο θεσµός των ειδικών σχολείων είναι ιδιαιτέρως σηµαντικός στην προσπάθεια εφαρµογής πολιτικών συνεκπαίδευσης. Ο θεσµός της συνεκπαίδευσης δεν πρέπει να θεωρείται πανάκεια στην εφαρµογή πολιτικών ειδικής αγωγής. Ορισµένες κατηγορίες µαθητών επιβάλλεται να παρακολουθούν ειδικά σχολεία, εξ αιτίας των ιδιαίτερων εκπαιδευτικών τους αναγκών (π.χ. µαθητές µε βαριές αναπηρίες, πολλαπλές ανάγκες εξάρτησης κλπ.). Προτείνεται:
  • Η διατήρηση και ενίσχυση του θεσµού των Ειδικών Σχολείων, µε σκοπό την παροχή εκπαίδευσης σε µαθητές, που κρίνεται από τις αρµόδιες διαγνωστικές υπηρεσίες, ότι δεν µπορούν να εκπαιδευθούν στις υπόλοιπες δοµές ειδικής αγωγής.
  • Η κατοχύρωση του ενεργού ρόλου των Ειδικών Σχολείων, ως συµβουλευτικών κέντρων στην εκπαιδευτική διαδικασία της ειδικής αγωγής, µε σκοπό την καθοδήγηση της εκπαίδευσης µαθητών, µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, στα κοινά σχολεία.

8. Τριτοβάθµια Εκπαίδευση
Στην τριτοβάθµια εκπαίδευση παρουσιάζεται έλλειψη κατάλληλου υποστηρικτικού υλικού για τους φοιτητές και σπουδαστές µε αναπηρία, καθώς και µεγάλη έλλειψη υποδοµών προσβασιµότητας. Προτείνεται:
  • Η δηµιουργία Ειδικής Γραµµατείας -∆ιεύθυνσης σε όλα τα Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι. της χώρας, µε αρµοδιότητα την επίλυση προβληµάτων στην εκπαίδευση των φοιτητών µε αναπηρία.
  • Η καθιέρωση ειδικού κριτηρίου αξιολόγησης των Ιδρυµάτων Ανώτατης Εκπαίδευσης, σχετικά µε τις υποδοµές προσβασιµότητας και την ποιότητα των υπηρεσιών, που παρέχουν προς τους φοιτητές µε αναπηρία.

9. Επαγγελµατικός Προσανατολισµός
Ο επαγγελµατικός προσανατολισµός απουσιάζει από την εκπαιδευτική διαδικασία της ειδικής αγωγής, παρά το γεγονός ότι αποτελεί βασικό παράγοντα στην προσπάθεια ένταξης των πολιτών µε αναπηρία στην αγορά εργασίας. Προτείνεται:
  • Η εισαγωγή στοιχείων επαγγελµατικού προσανατολισµού στα εκπαιδευτικά προγράµµατα ειδικής αγωγής στη δευτεροβάθµια εκπαίδευση.

10. Ευαισθητοποίηση και Ενηµέρωση Μαθητικής και Εκπαιδευτικής Κοινότητας
Ο εµπλουτισµός της εκπαιδευτικής διαδικασίας µε γνωστικά στοιχεία, που στόχο θα έχουν την ενηµέρωση και ευαισθητοποίηση της µαθητικής και εκπαιδευτικής κοινότητας, απέναντι στις ανάγκες και ικανότητες των ατόµων µε αναπηρία, θα συµβάλει καθοριστικά, στην εκπαιδευτική πολιτική ενσωµάτωσης των µαθητών, µε ειδικές µαθησιακές δυσκολίες στα κοινά σχολεία. Προτείνεται:
  • Η εισαγωγή ειδικού µαθήµατος, µε αντικείµενο τις ιδιαίτερες ανάγκες των πολιτών µε αναπηρία, στην πρωτοβάθµια και δευτεροβάθµια εκπαίδευση.
  • Η διεξαγωγή ενηµερωτικών και επιµορφωτικών εκδηλώσεων στα σχολεία.

αρχή

Αποστολή σελίδας